σκοπαί

σκοπαί
σκοπή
lookout-place
fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Σκόπᾳ — Σκόπαι , Σκόπη fem nom/voc pl Σκόπᾱͅ , Σκόπη fem dat sg (doric aeolic) Σκόπαι , Σκόπης masc nom/voc pl (doric) Σκόπᾱͅ , Σκόπης masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • МАКИСТ —    • Macistus,          Μάκιστος или oν,        1. город, основанный кавконами в трифилийской Элиде, к юго западу от горы Котила, но уже опустевший во времена Страбона. Hdt. 4, 148. Хеn. Hell. 3, 2. 30. Может быть, город М. тот же, который… …   Реальный словарь классических древностей

  • σκοπή — Όνομα δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (811 κάτ., υψόμ. 210 μ.) στην επαρχία Σητείας του νομού Λασιθίου. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της επαρχίας, νοτιοδυτικά της Σητείας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (23 τ. χλμ., 938 κάτ.). 2. Μικρός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”